ἀτελείας, τὰς
Ερμηνεία:
[η ατέλεια, της ατελείας, αι ατέλειαι των ατελειών (η απουσία τελειότητας, το ελάττωμα, μειονέκτημα, απαλλαγή από την υποχρεωτική καταβολή τελών)
Ετυμολογία:
[< (Όμηρ.) ατελής, -ής, ές (αυτός που δεν έχει τελειώσει, ανολοκλήρωτος, αυτός που έχει ελαττώματα, ο μη τέλειος, ο ατέλεστος, ο αμύητος) < ατέλεια < α- (στερητικό) + τελής < τέλος]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
... κ' ἐδείκνυε συγκατάβασιν εἰς τὰς ἀνθρωπίνας ἀτελείας……[Πάσχα Ρωμέϊκο]
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|